δυναμένης

δυναμένης
δύναμαι
to be able
pres part mp fem gen sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Δυναμένης — Δυναμένη fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσέλκω — Α 1. προσελκύω 2. μέσ. προσέλκομαι α) φέρνω με το μέρος μου, παρασύρω προς εμένα («δυναμένης διὰ τὴν ὁμιλίαν τοὺς ἐραστὰς προσελκύσασθαι», Αθήν.) β) αγκαλιάζω …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”